ΚΑΝΕΙΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ? “Ο ΚΑΛΥΤΕΡΟΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΧΩΡΙΣΕΙ”

Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει στη σχολή συζήτηση σε σχέση με την ανάθεση και αξιολόγηση των διπλωματικών εργασιών. Στη γενική συνέλευση που πραγματοποιήθηκε στις 11/10 ο κοσμήτορας εισηγήθηκε για πρώτη φορά αλλαγές στον τρόπο ανάθεσης και βαθμολόγησης των διπλωματικών εργασιών. Πιο συγκεκριμένα,με βάση τις αλλαγές που προωθεί η κοσμητεία, οι διπλωματικές εργασίες θα βαθμολογούνται πλέον με βάση κάποια υποτίθεται πιο “απτά” κριτήρια(i) ποιότητα κειμένου, ii) επάρκεια κάλυψης θέματος, iii)παρουσίαση iv) απαντήσεις σε ερωτήσεις της τριμελούς),ενώ παραμένουν και επιχειρείται να εφαρμοστούν αυστηρά τα χρονικά όρια στην ανάθεση της διπλωματικής εργασίας.

Στην επόμενη γενική συνέλευση(18/10) η θέση της κοσμητείας ήταν ότι τα κριτήρια βαθμολόγησης είναι κάτι το τυπικό και ότι τίποτα δεν θα αλλάξει στη βαθμολόγηση των διπλωματικών εργασιών. Ωστόσο η τοποθέτηση αυτή μόνο ως ειρωνική μπορεί να εκληφθεί,αφού είχαν προηγηθεί πολλές τοποθετήσεις από καθηγητές,οι οποίες συνοψίζονται στη φράση “δεν γίνεται όλες οι διπλωματικές να παίρνουν 10,κάτι πρέπει να γίνει…”. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι οι αλλαγές δεν έχουν καμία σχέση με το επιστημονικό περιεχόμενο των εργασιών,αλλά επιχειρούν την περαιτέρω διαβάθμιση στη βαθμολογία ώστε να υπάρχει άλλο ένα κριτήριο διαχωρισμού των φοιτητών,άλλο ένα κριτήριο δηλαδή που θα κρίνει την αποδοτικότητά καθενός ξεχωριστά για τον αυριανό εργοδότη του. Επίσης, μέρος των μελών ΔΕΠ στάθηκε στο γεγονός ότι και με τον ισχύον κανονισμό υπάρχει δυνατότητα χαμηλής βαθμολόγησης των διπλωματικών εργασιών,αλλά όλοι συνειδητοποιούμε ότι το να εγκριθεί ένας τέτοιος κανονισμός,μετά από τις άνωθεν τοποθετήσεις,θα δώσει διαφορετικό πάτημα σε καθηγητές να βαθμολογούν με αυστηρότητα και θα κάνει τις μετέπειτα αντιδράσεις αρκετά πιο διαχειρίσιμες για αυτούς. Έτσι η διπλωματική εργασία χάνει τον όποιο συνθετικό χαρακτήρα(μεταξύ επιβλέποντα και φοιτητή) εκπαιδευτικής διαδικασίας διέθετε και γίνεται μια διαδικασία μέτρησης των δυνατοτήτων του εξεταζόμενου φοιτητή.

Για να αντιληφθούμε την σημασία του θέματος πρέπει να εστιάσουμε στο πλαίσιο υπό το οποίο τέθηκε επί τάπητος ο νέος κανονισμός. Όπως λέει ευθέως ο κοσμήτορας, βελτιώνει την εικόνα της σχολής σε “συναδέλφους” στο εξωτερικό. Αυτοί οι αόρατοι “συνάδελφοι” για τους οποίους ακούμε συχνά και οι οποίοι επιβάλλουν τα ακαδημαϊκά πρότυπα, είναι με άλλα λόγια η εξωτερική αξιολόγηση των ιδρυμάτων.

Τι είναι η εξωτερική αξιολόγηση?

Μία διαδικασία, στην οποία η ακαδημαϊκή κοινότητα ελέγχεται αλλά δεν ασκεί η ίδια κανέναν απολύτως έλεγχο και απεναντίας θέτει αρμόδιους κριτές,ανθρώπους που βρίσκονται σε χάσμα με την καθημερινότητα και τα συμφέροντα των εργαζόμενων στρωμάτων. Μια διαδικασία που καθορίζει τα ερευνητικά και μαθησιακά αντικείμενα, σύμφωνα με τις ανάγκες τις αγοράς, διαμορφώνοντας το πανεπιστήμιο ως ένα περιβάλλον εύφορο για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Χαρακτηριστικά ένα κριτήριο που αναγράφεται στην αξιολόγηση είναι “η ζήτηση στην αγορά εργασίας των αποκτώμενων προσόντων”. Με απλά λόγια, οι γνώσεις που θα παίρνουμε θα εξαρτώνται απ’το τι εργαζόμενους χρειάζονται τα αφεντικά στις πολυεθνικές. Η αξιολόγηση,λοιπόν,αποτελεί μια εξόφθαλμη προσπάθεια επιβολής των επιχειρηματικών συμφερόντων στα πανεπιστήμια,με επιθετικούς μάλιστα όρους,αφού η εφαρμογή της αποτελεί προϋπόθεση για την χρηματοδότησή των ιδρυμάτων, και έχει ως στόχο να τα κάνει χώρους διαλογής των φοιτητών σε αποδοτικούς και μη, να διαχωρίσει και να κάνει πιο εκμεταλλεύσιμο το σύνολο των αυριανών εργαζομένων. Για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, μερικές από τις επιταγές της αξιολόγησης είναι τα δίδακτρα(πρόσφατα σε ματαπτυχιακό της Νομικής) και οι αλυσίδες μαθημάτων,που επιχειρήθηκε να περάσουν στους ΗΜ&ΤΥ Πάτρας και πέρασαν τελικά στην Πληροφορική του ΕΚΠΑ και στους ΗΜΜΥ Πολυτεχνείου Κρήτης, ενώ σε ανάλογη κατεύθυνση κινείται και η προσπάθεια ένταξης ξένων ακαδημαϊκών στην τριμελή επιτροπή εξέτασης των διπλωματικών εργασιών στην σχολή μας.

Αντίθετα με τους όρους του καπιταλιστικού κέρδους μέσα και έξω από τα πανεπιστήμια,εμείς προτάσσουμε τα συλλογικά συμφέροντα των εργαζόμενων στρωμάτων και αντιστεκόμαστε στην εργασιακή καταπίεση που μας επιφυλάσσουν τέτοιες τακτικές. Γι’αυτό είναι αναγκαίο ο φοιτητικός σύλλογος να απαντήσει μαζικά στον νέο κανονισμό περί διπλωματικών και να πάρει έτσι παράλληλα θέση απέναντι σε κάθε ανάλογο μέτρο.

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*